ΤΑ ΣΥΝΗΡΗΜΕΝΑ ΣΕ
-ε ω -ῶ :
2η τάξη: όσα έχουν χαρακτήρα –ε
ποιέω > ποιῶ
ε
+ ο = ου ε + ε = ει
ε
+ μακρό
φωνήεν
= μακρό φωνήεν
ε
+ δίφθογγος
= δίφθογγος
ε + ο = ου
|
ε + ω = ω
|
ε + ῃ = ῃ
|
ε +ει = ει
|
|
ε + ε = ει
|
ε + η = η
|
ε + οι = οι
|
ε + ου = ου
|
το ε με μακρόχρονο φωνήεν ή
δίφθογγο συναιρείται στο ίδιο μακρόχρονο φωνήεν ή δίφθογγο) .
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
ΟΡΙΣΤΙΚΗ
|
ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ
|
ΕΥΚΤΙΚΗ
|
ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚ
|
ΑΠΑΡΕΜΦΑΤ
|
|
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
|
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚ
|
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
|
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
|
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
|
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
|
ποι-ῶ
|
ἐ-ποί-ουν
|
ποι-ῶ
|
ποι-οῖμι
|
ποι-εῖν
|
|
ποι-εῖς
|
ἐ-ποί-εις
|
ποι-ῇς
|
ποι-οῖς
|
ποί –ει
|
ΜΕΤΟΧΗ
|
ποι-εῖ
|
ἐ-ποί-ει
|
ποι-ῇ
|
ποι-οῖ
|
ποι-είτω
|
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
|
ποι-οῦμεν
|
ἐ-ποι-οῦμεν
|
ποι-ῶμεν
|
ποι-οῖμεν
|
ποι-ῶν
|
|
ποι-εῖτε
|
ἐ-ποι-εῖτε
|
ποι-ῆτε
|
ποι-οῖτε
|
ποι-εῖτε
|
ποι-οῦσα
|
ποι-οῦσιν
|
ἐ-ποί-ουν
|
ποι-ῶσιν
|
ποι-οῖεν
|
ποι-ούντων
ποι-είτωσαν
|
ποι-οῦν
|
τα
συνηρημένα ρήματα σε -εω σχηματί ζουν τους υπόλοιπους χρόνους
κατά
τα βαρύτονα φωνηεντόληκτα, αφού προηγ ουμ ένως τρέψουν το
χαρακτήρα
τους -ε- σε -η-,
π.χ.
ποιέω, ποιῶ — ποιή-σω, ἐποίη-σα, πεποίη-κα κ.λπ.
ΜΕΣΗ ΦΩΝΗ
ΟΡΙΣΤΙΚΗ
|
ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ
|
ΕΥΚΤΙΚΗ
|
ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚ
|
ΑΠΑΡΕΜΦΑΤ
|
|
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
|
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚ
|
ΕΝΕΣΤΩΤΑ
|
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
|
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
|
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
|
ποι-οῦμαι
|
ἐ-ποι-ούμην
|
ποι-ῶμαι
|
ποι-οίμην
|
ποι-εῖσθαι
|
|
ποι-ῇ
|
ἐ-ποι-οῦ
|
ποι- ῇ
|
ποι-οῖο
|
ποι –οῦ
|
ΜΕΤΟΧΗ
|
ποι-εῖται
|
ἐ-ποι-είτω
|
ποι-ῆται
|
ποι-οῖτο
|
ποι-είσθω
|
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
|
ποι-ούμεθα
|
ἐ-ποι-ούμεθα
|
ποι-ώμεθα
|
ποι-οίμεθα
|
ποι-ούμενος
|
|
ποι-εῖσθε
|
ἐ-ποι-εῖσθε
|
ποι-ῆσθε
|
ποι-οῖσθε
|
ποι-εῖσθε
|
ποι-ουμένη
|
ποι-οῦνται
|
ἐ-ποι-οῦντο
|
ποι-ῶντο
|
ποι-οῖντο
|
ποι-ούσθων
ποι-είσθωσαν
|
ποι-ούμενον
|
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ
τα ρήματα σε –εω με μονοσύλλαβο
θέμα συναιρούνται μόνο όταν μετά τον χαρακτήρα
–ε- του θέματος ακολουθεί κατάληξη σε –ε ή –ει.
Σε
όλες τις άλλες περιπτώσεις κλίνονται χωρίς να συναιρούνται
ΡΗΜΑ : ΠΝΕΩ
Ορισ.
Ενεστ
: πνέω- πνεῖς –πνεῑ
- πνέομεν – πνεῖτε-πνέουσι(ν)
Παρατ: ἔπνεον- ἔπνεις
-ἔπνει- ἐπνέομεν-ἐπνεῖτε-ἔπνεον
Υποτ Ενεσ :
πνέω-πνέης-πνέη-πνέωμεν-πνέητε-πνέωσι(ν)
Ευκτ Ενεσ :
πνέοιμι- πνέοις-πνέοι-πνέοιμεν-πνέοιτε-πνέοιεν
Προσ.
Ενεσ
: - πνεῑ
- πνείτω-
- πνεῖτε- πνεόντων, πνείτωσαν
Απαρ Ενεσ :
πνεῖν
Μετοχή
Ενεστ
: πνέων-πνέουσα-πνέον.
ΡΗΜΑ : ΔΕΩ
το ρήμα δέω= έχω ανάγκη Μέση Φωνή
Ορισ.
Ενεστ
: δέομαι- δέει, δέῃ - δεῖται- δεόμεθα- δεῖσθε- δέονται
Παρατ: ἐδεόμην- ἐδέου -
ἐδεῑτο- ἐδεόμεθα-ἐδεῖσθε- ἐδέοντο
Υποτ Ενεσ :
δέωμαι - δεῃ-δέηται- δεώμεθα- δέησθε-
δέωνται.
Ευκτ Ενεσ :
δεοίμην- δέοιο- δέοιτο- δεοίμεθα-
δέοισθε- δέοιντο
Προσ.
Ενεσ : - δέου- δείσθω - - δεῖσθε- δείσθων, δείσθωσαν
Απαρ Ενεσ :
δεῖσθαι
Μετοχή
Ενεστ
: δεόμενος-δεομένη –δεόμενον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου